Share
Ο άργυρος (Ag) είναι ένας πολύτιμος μεταλλικός πόρος, ένα σπάνιο μέταλλο που διαδραματίζει, διαχρονικά και σταθερά, ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στις ανθρώπινες κοινωνίες, την οικονομία και το εμπόριο. Η σημαντικότητα του είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις εξαιρετικές φυσικές και χημικές του ιδιότητες (ελατότητα, ολκιμότητα, καλή ηλεκτρική και θερμική αγωγιμότητα, μεγαλύτερη ανακλαστικότητα στο ορατό τμήμα του φάσματος από όλα τα χημικά στοιχεία, κ.α.) οι οποίες έχουν οδηγήσει σε μεγάλο αριθμό εφαρμογών του αργύρου σε αγαθά για την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών, της τέχνης και του καλλωπισμού.
Η σημασία του αργύρου υπέπεσε από νωρίς στην αντίληψη των αρχαίων πολιτισμών, ωθώντας τους στην αξιοποίηση του μετάλλου τόσο σε επίπεδο εφαρμογών, όσο και ως μέσο ανταλλαγής αξίας. Ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ. είχε αναπτυχθεί ένα ευρύ φάσμα ασχολιών και ειδικοτήτων γύρω από τη μεταλλουργία του αργύρου, ο οποίος ήταν ήδη γνωστός στους λαούς που κατοικούσαν στη Μεσοποταμία, στον ελλαδικό χώρο, στη Μέση Ανατολή και στην Αίγυπτο. Η βελτίωση της παραγωγής και η διάδοση της χρήσης των μεταλλικών αντικειμένων που περιείχαν άργυρο, οδήγησαν σε νέα και αποτελεσματικότερα εργαλεία για τους αγρότες και τους τεχνίτες της εποχής, σε νέα όπλα που ενίσχυσαν την πολεμική τέχνη και στην εξέλιξη της ναυπηγικής.
Ο άργυρος θεωρείται ότι έλαβε το σημερινό του όνομα από τη λατινική λέξη argentum και είναι το μόνο χημικό στοιχείο χάριν του οποίου ονομάστηκε ένα κράτος, η Αργεντινή, και η πολιτεία Αριζόνα των ΗΠΑ ενώ εμφανίστηκε ιστορικά ως διακριτό νόμισμα («δηνάριο») στη Ρώμη περί το 226 π.Χ. Η πλέον κοινή ονομασία, «ασήμι», θεωρείται ότι προήλθε από τον άσημο άργυρο των αρχαίων Αθηναίων, δηλαδή του αργύρου που δεν είχε σήμανση – δεν είχε γίνει νόμισμα.
Η παρουσία του αργύρου στην ελληνική ιστορία εντοπίζεται σε βάθος χιλιετιών με ιστορικά στοιχεία να αναφέρουν ότι στην Πρώιμη Κυκλαδική Περίοδο υπήρχε διαθεσιμότητα μεταλλευμάτων αργυρούχου μολύβδου στις Κυκλάδες (κυρίως στη Σύρο, στη Σέριφο, στη Μήλο και στη Σίφνο και πιθανά στην Κύθνο και στη Νάξο). Ειδικά στη Σίφνο, στη χερσόνησο του Αγίου Σώστη, στην Κασέλα και στο Ακρωτηράκι, υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις λειτουργίας εγκαταστάσεων εξόρυξης αργυρούχου μολύβδου και παραγωγής αργύρου μέχρι περίπου το 2.000 π.Χ.
Στην αρχαία Αθήνα, ο άργυρος παραγόταν στην περιοχή του Λαυρίου με μοναδικές για την εποχή, εξαιρετικά πρωτοποριακές, τεχνικές μεταλλευτικής και μεταλλουργίας. Τα μεταλλεύματα που υπέστησαν εντατική εκμετάλλευση ήταν οξειδωμένα μεταλλεύματα μολύβδου (κερουσίτης) και θειούχα μεταλλεύματα μολύβδου (γαληνίτης) στα οποία είχε προσδοθεί ο χαρακτηρισμός «αργυρίτις γη» ακριβώς επειδή περιείχαν άργυρο. Στο Λαύριο παρήχθησαν ιστορικά περίπου 3.500 τόνοι αργύρου, το μεγαλύτερο ποσοστό των οποίων αξιοποιήθηκε για την κατασκευή νομισμάτων καταδεικνύοντας την σημασία του αργύρου του Λαυρίου για την Αθηναϊκή Δημοκρατία.
Στον σύγχρονο κόσμο ο άργυρος εξακολουθεί να έχει διττό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία γεφυρώνοντας δύο κατηγορίες μετάλλων: των βιομηχανικών και των πολύτιμων. Σε επίπεδο παραγωγής, η δεκαετία του 1970 αποτέλεσε ορόσημο για την αγορά του αργύρου, ενώ είναι αξιοσημείωτο ότι το 2010 υπήρχαν σε λειτουργία ορυχεία εξόρυξης αργύρου σε περισσότερες από 50 χώρες, με πιο σημαντικές τις εκμεταλλεύσεις στο Μεξικό, το Περού και την Κίνα. Είναι δε σημαντικό να επισημανθεί ότι το 75% της παγκόσμιας ετήσιας παραγωγής αργύρου προέρχεται από κοιτάσματα στα οποία το κύριο προϊόν είναι ο χρυσός ή κάποιο από τα βασικά μέταλλα χαλκός, μόλυβδος ή ψευδάργυρος, ενώ η παρουσία του αργύρου σε τελικά προϊόντα αποτελεί τον κοινό τόπο πλήθους τομέων όπως η ενέργεια, η ιατρική, η τέχνη και ο αθλητισμός.
Πιο συγκεκριμένα, το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής αργύρου διοχετεύεται σε βιομηχανικές εφαρμογές, όπως φωτοβολταϊκά συστήματα, καταλύτες, ολοκληρωμένα κυκλώματα (λόγω της μεγάλης ηλεκτρικής του αγωγιμότητας), σε φωτογραφικά υλικά, στην ιατρική και στην κατασκευή καθρεφτών και κοσμημάτων. Επιπλέον, ο άργυρος χρησιμοποιείται ευρέως στην κατασκευή επαναφορτιζόμενων μπαταριών (αργύρου-ψευδαργύρου, αργύρου-καδμίου). Πολύ πρόσφατα, μπαταρίες οξειδίου του αργύρου έχουν ξεκινήσει, αν και πιο ακριβές, να αντικαθιστούν τις μπαταρίες λιθίου, επειδή μπορούν να προσφέρουν μεγαλύτερη ισχύ με το ίδιο βάρος μπαταρίας. Αναφορικά με τη χρήση καθαρού αργύρου, αυτή πλέον αφορά στην κατασκευή μεταλλίων και τροπαίων, ενώ η κατασκευή νομισμάτων έχει περιοριστεί σημαντικά την τελευταία εικοσαετία.
Ο άργυρος είναι παρών στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, παραγόμενος στις εγκαταστάσεις της Ελληνικός Χρυσός στην Ολυμπιάδα Χαλκιδικής. Η Ελληνικός Χρυσός παράγει συμπύκνωμα μολύβδου-αργύρου μέσω της κατεργασίας χρυσοφόρου πολυμεταλλικού θειούχου μεταλλεύματος. Το υπόγειο μεταλλείο της Ολυμπιάδας εκσυγχρονίστηκε και εισήλθε σε φάση παραγωγής το 2018 ενώ φέρει καταγεγραμμένα αποθέματα που εξασφαλίζουν τη διάρκεια λειτουργίας του για 22 έτη, κατοχυρώνοντας τη θέση της Ελλάδας ανάμεσα στις χώρες παραγωγούς του αργύρου, ενός μετάλλου με διαχρονική υπεραξία.